«Έχουμε την αίσθηση ότι κάτι μπορεί να προκύψει στο ερχόμενο ραντεβού, ότι μπορεί να χρειαστούμε περισσότερο χρόνο, ακόμα κι αν δεν υπάρχει περίπτωση να συμβεί τίποτα από αυτά. Το αποτέλεσμα είναι να κάνουμε πολύ λιγότερα πράγματα από ότι θα μπορούσαμε στον χρόνο μέχρι να πραγματοποιηθεί το ραντεβού μας» αναφέρει η Selin Malkoc, μία από τους βασικούς συντελεστές της δημοσιευμένης έρευνας.
Εκείνοι που «περίμεναν τον φίλο τους» διάβασαν, τελικά, 10 λεπτά λιγότερα από την άλλη ομάδα, παρότι και οι είχαν ακριβώς 60 λεπτά για ανάγνωση.
Αντίστοιχα, στον πραγματικό κόσμο, προτάθηκε το εξής σε δύο γκρουπ ανθρώπων: συμμετοχή σε 30λεπτη έρευνα με αμοιβή 2,5 δολάρια και σε 45λεπτη με 5 δολάρια. Περιέργως όσοι είχαν ραντεβού μετά από αυτό επέλεγαν την 30λεπτη, ακόμα κι αν η 45λεπτη τους άφηνε άπειρο χρόνο για να το προλάβουν.
«Οι άνθρωποι νιώθουν πώς δεν μπορούν να κάνουν πολλά πράγματα όταν ακολουθεί ραντεβού» θα πει η Malkoc. «Ο χρόνος τότε τους φαίνεται πολύ λιγότερος».
Πέρα όμως από τα πολύ ενδιαφέροντα ευρήματα, προκύπτει κι ένα μικρό μάθημα ζωής από όλο αυτό για τον καθένα μας: αφού έχουμε την ψευδαίσθηση πώς ο χρόνος μικραίνει όταν ακολουθεί ραντεβού, μήπως θα ήταν σοφό τελικά να βάζουμε τα ραντεβού μας και τα meeting μας νωρίς το πρωί;
Με έναν μαγικό τρόπο θα κερδίζαμε άπειρο χρόνο μέσα στη μέρα και θα γινόμασταν πιο παραγωγικοί, όπως μόλις απέδειξε η παραπάνω έρευνα.