Οι γυναίκες που διαγιγνώσκονται με καρκίνο, ενόσω είναι έγκυες, μπορούν να αρχίσουν αμέσως την αντικαρκινική θεραπεία τους και δεν χρειάζεται να τερματίσουν την κύησή τους λόγω ανησυχιών για τις επιπτώσεις στο μωρό τους, σύμφωνα με μια ευρωπαϊκή επιστημονική έρευνα.
         
Μέχρι σήμερα τόσο οι γιατροί, όσο και οι γυναίκες αντιμετωπίζουν δίλημμα, όταν γίνεται διάγνωση καρκίνου στη διάρκεια της εγκυμοσύνης, κατά πόσο πρέπει αυτή να ολοκληρωθεί πρόωρα ή και να τερματισθεί, προτού αρχίσει η αναγκαία θεραπεία για τον καρκίνο.
   
Η νέα μελέτη, που έγινε σε 129 παιδιά ηλικίας ενός έως τριών ετών, τα οποία είχαν εκτεθεί σε αντικαρκινική θεραπεία (χημειοθεραπεία ή ακτινοβολίες) κατά τα τελευταία δύο τρίμηνα της εγκυμοσύνης της μητέρας τους, έδειξε ότι είχαν στη συνέχεια φυσιολογικές νοητικές και καρδιακές λειτουργίες, ίδιες με μια ομάδα ελέγχου επίσης 129 παιδιών γεννημένων από υγιείς μητέρες.


         
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή Φρεντερίκ Αμάντ, γυναικολόγο-ογκολόγο του Καθολικού Πανεπιστημίου και του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου της Λουβέν στο Βέλγιο, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό ιατρικό περιοδικό “New England Journal of Medicine”, δήλωσαν ότι «όπως δείχνουν τα ευρήματά μας, ο φόβος της αντικαρκινικής θεραπείας δεν είναι λόγος για να τερματίζεται μία κύηση. Η θεραπεία της μητέρας δεν πρέπει να καθυστερεί και η χημειοθεραπεία μπορεί να δοθεί άμεσα».
        
‘Όπως είπε ο Αμάντ, «η μελέτη δείχνει ότι τα παιδιά υποφέρουν περισσότερο από τον πρόωρο τοκετό παρά από τη χημειοθεραπεία, συνεπώς η αποφυγή της πρόωρης γέννας είναι σημαντικότερη από την αποφυγή της χημειοθεραπείας». Χαρακτήρισε επίσης κάπως απρόσμενα τα ευρήματα, «δεδομένου ότι η αντικαρκινική θεραπεία είναι αρκετά τοξική και τα περισσότερα φάρμακα της χημειοθεραπείας διαπερνούν τον πλακούντα».

Οι πιο συχνοί καρκίνοι στις εγκύους της μελέτης ήσαν του μαστού και του αίματος (λευχαιμία κ.α.). Οι κύκλοι χημειοθεραπείας στις μητέρες κυμαίνονταν από έναν έως δέκα και ο αριθμός τους δεν φάνηκε να επηρεάζει την υγεία των παιδιών τους. Καμία χημειοθεραπεία δεν είχε όμως γίνει κατά το πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης, γιατί σε αυτή την περίοδο είναι μεγαλύτερος ο κίνδυνος για το μωρό.


         
Ο Αμάντ επεσήμανε ότι «η νέα έρευνα συμπεριέλαβε πολλά είδη χημειοθεραπείας. Όμως δεν μπορούμε να εγγυηθούμε ότι όλα τα είδη της είναι ασφαλή».
   
Γι’ αυτό, όπως είπε, πρέπει να γίνει μια άλλη μελέτη με μεγαλύτερο αριθμό παιδιών, καθώς και μία ανάλυση της επίπτωσης κάθε επιμέρους αντικαρκινικού φαρμάκου. Επίσης πρέπει να ελεγχθεί κατά πόσο μπορεί να υπάρξουν μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της χημειοθεραπείας σε ορισμένα παιδιά (έως την ηλικία των 18 ετών).
         
Ο καρκίνος κατά την εγκυμοσύνη είναι σπάνιος, καθώς συμβαίνει μόνο σε μία έγκυο γυναίκα ανά 1.000 περίπου. Παραμένει πάντως ερωτηματικό σε ποιό βαθμό οι γιατροί θα καθησυχασθούν από τα ενθαρρυντικά ευρήματα της νέας έρευνας.

Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ