Ο χωρισμός είναι ένα γεγονός που υπεισέρχεται στη ζωή όλο και περισσότερων παιδιών. Οι γονείς που αποφασίζουν να χωρίσουν έχουν να αντιμετωπίσουν τα δικά τους δύσκολα συναισθήματα αλλά και μια επιπλέον δυσκολία: πώς μπορούν να μιλήσουν γι’ αυτό στα παιδιά τους.
Το να μιλήσει κανείς ειλικρινά στα παιδιά του γι’ αυτό που περνάει, να αντιμετωπίσει τις αντιδράσεις και τα συναισθήματα τους είναι δύσκολο για πολλούς γονείς που διστάζουν να μιλήσουν για το χωρισμό, επιθυμώντας να προστατέψουν τα παιδιά τους από αυτή την επώδυνη διαδικασία. Πίσω από το δισταγμό τους μπορεί να κρύβεται συχνά ένα αίσθημα ενοχής που πηγάζει από την πεποίθηση ότι ένα διαζύγιο διαταράσσει τον κόσμο των παιδιών. Δεν είναι, όμως, το διαζύγιο αυτό που πληγώνει τα παιδιά αλλά η κακή επικοινωνία, οι συχνοί τσακωμοί και οι εντάσεις ή ένα κλίμα αδιαφορίας, ψυχρότητας ή εχθρότητας μεταξύ των γονέων που μπορεί να υπάρχει πριν ή και μετά από το διαζύγιο.
Τέλος, είναι σημαντικό να δοθεί προσοχή όχι μόνο στο πώς να μιλήσουν στα παιδιά αλλά και στο πώς θα μπορέσουν να τα ακούσουν με ανοιχτότητα, χωρίς επικρίσεις, ή και απολογητική διάθεση. Να ακούσουν αυτό που αντιλαμβάνονται, αυτό που νιώθουν, σκέφτονται ή φαντάζονται αλλά και τις απορίες τους. Να τους επιτρέψουν να εκφράσουν τα συναισθήματα θυμού, φόβου, θλίψης να τα αποδεχτούν και να τους συμπαρασταθούν. Είναι αντιδράσεις υγιείς και ωφέλιμες όταν εξωτερικεύονται. Οι γονείς μπορούν να μιλήσουν και οι ίδιοι για τα συναισθήματα τους ώστε να βοηθήσουν τη συναισθηματική έκφραση των παιδιών χωρίς όμως να τα βάλουν στη δύσκολη θέση να τους παρηγορήσουν ή να ακούνε τα προσωπικά τους προβλήματα γιατί έτσι δημιουργείται σύγχυση ρόλων και καταστάσεων.
Άρθρο από την Επιστημονική Ομάδα της Γραμμής 11525 και του Συμβουλευτικού Κέντρου του Μαζί για το Παιδί.
Για περισσότερες πληροφορίες επικοινωνήστε με το επιστημονικό προσωπικό της Γραμμής 115 25, από Δευτέρα έως Παρασκευή 9:00-21:00.